written and directed by Chris Kar

13 Απριλίου 2011

Ο κόσμος θα γίνει καλύτερος;

Έχω κάτσει πολλές φορές να το σκεφτώ και πάντα καταλήγω στο ίδιο κυνικό συμπέρασμα: Όχι, ο κόσμος δεν μπορεί να γίνει καλύτερος. Και ξέρεις γιατί; Γιατί όλες οι γενιές είναι ίδιες. Σφίζουν από υγεία και ιδέες αλλά πεθαίνουν στον άσσο. Μια ωραία ανάμνηση μένουν, σαν τις παλιές αγάπες που κρυφτήκαν σε χαμένους παραδείσους, γιατί στα πιο μεγάλα «θέλω» κάναν πίσω. Έτσι δεν πάει;

Θυμάσαι ένα κάποιο Παρίσι, μια θλιμμένη άνοιξη του ΄68, που άνθρωποι και λουλούδια πίστεψαν πως κάτι θα άλλαζε; Οργισμένα νιάτα, εργατικά συνδικάτα, χίπις και μελωδίες των Μπιτλς είχαν πλημμυρίσει τους δρόμους. Αν κάτι θα μπορούσε να πετύχει ήταν η αυθόρμητη αντίδραση σ΄ένα σάπιο σύστημα, σε μια πραγματικότητα που έπαψε προς πολλού να είναι ανεκτή. Μια ιδέα που ξεκίνησε από κει που πρέπει όλες οι ιδέες και τα όνειρα να ξεκινούν: απ΄τους νέους. Τους νέους που δυστυχώς ζούσαν στο μηδέν και κοιτούσαν στο άπειρο.

Κι όμως η γενιά του Μάη του ΄68 απέτυχε.

Θυμάσαι ένα κάποιο Πολυτεχνείο; Ένα ματωμένο Νοέμβρη του ΄73 που ένα κτήριο έγινε σύμβολο μιας γενιάς, που σ΄ένα πανεπιστήμιο χτυπούσε η καρδιά μιας ολόκληρης χώρας. Μια μεταπολιτευτική στιγμή ελπίδας πως αν μπορούσε να δωθεί ένα τέλος, θα έπρεπε να δωθεί τότε. Τα ραδιόφωνα φώναζαν «Εδώ Πολυτεχνείο» στο ρυθμό της εξέγερσης ενώ ένα τανξ προσπαθούσε να σκοτώσει τα όνειρα του κόσμου χτυπώντας με δύναμη τη σιδερένια πύλη. Μια γενιά που έβραζε αλλά χυνόταν επιβάλλονταν να κάνει την αλλαγή.

Κι όμως η γενιά του Πολυτεχνείου απέτυχε.

Θυμάσαι μια κάποια Αθήνα, το δεκεμβριανό χειμώνα του ΄08. Ένα αυθόρμητο μίσος κατά των πάντων, σε ένα σκηνικό γεμάτο φωτιές, αστυνομίες και σπασμένες βιτρίνες. Την ώρα που το αίμα του δεκαπεντάχρονου δεν είχε ακόμα στεγνώσει απ΄το δρόμο, το αίμα του κόσμου έβραζε. Μια αστυνομία θύμα και θύτης. Από σιωπηλές διαμαρτυρίες μέχρι φλεγόμενα δέντρα, κάτι έδειχνε να έχει φτάσει στο απροχώρητο. Κι αν έπρεπε να γίνει ένα βήμα μπροστά, έπρεπε να γίνει μέσα απ΄τα συντρίμμια.

Κι όμως η γενιά των Δεκεμβριανών θα αποτύχει.

Όλα τριγύρω αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν. Μια Δημοκρατία δέσμια του χαρακτήρα της. Ένα πολίτευμα που αυτοαναιρείται. Λυπάμαι γιατί ο κανόνας λέει πως οι ελπίδες διαψεύδονται. Λυπάμαι γιατί τα όνειρα μιας γενιάς έσβησαν μαζί με τον Τζων Λένον. Λυπάμαι γιατί τις προσδοκίες μιας μεταπολίτευσης τις πάτησε ένα άρμα. Λυπάμαι γιατί το μέλλον της γενιάς μου κάηκε μαζί με το δέντρο του Συντάγματος. Μα πιο πολύ, λυπάμαι γιατί ζω σε ένα κόσμο που θεωρεί πως όταν τρεις λύκοι κι ένα πρόβατο ψηφίζουν τι θα φάνε, αυτό θα πει δημοκρατία.